- εκτοκισμός
- ο заём под проценты
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
εκτοκισμός — Λογιστική διεργασία, με την οποία προσδιορίζεται η πραγματική και πρωτογενής αξία ενός αξιόγραφου (π.χ. μιας συναλλαγματικής) μετά την αφαίρεση των τόκων. * * * ο βλ. τοκισμός … Dictionary of Greek